Ο Θεοδωράκης δεν έγραψε μόνο για τραγούδια που είχαν αποκλειστικά μέσα τους την αντίσταση να σιγοκαίει, μουσικές της πάλης, του διαρκούς αγώνα για δημοκρατία και ισονομία. Είχε και ένα άλλο υπέρλαμπρο πρόσωπο: τρυφερό, που εξυμνούσε την Αγάπη, που δόξαζε τον Έρωτα.
Ο Θεοδωράκης ήταν για όλους εμάς «ο Μίκης». Ενώ όμως η τεράστια διαδρομή του σφραγίστηκε από την πολιτική του στράτευση –πέρα από την προσωπική του δράση στην Αντίσταση, στη μετεμφυλιακή Ελλάδα, στους «Λαμπράκηδες», στη Χούντα, τα εμβληματικά τραγούδια του ταυτίστηκαν επίσης με την Αριστερά– υπάρχει ένας άλλος Μίκης: ο τρυφερός, ο ερωτικός. Υπήρχαν τραγούδια του που μιλούσαν όχι για αγώνες, αλλά για αγάπη. Αλλά και εκείνη, θα πείτε, υπό ένα άλλο πρίσμα, μια αέναη μάχη δεν είναι; Μια ατέρμονη πάλη συναισθημάτων… Ο Μίκης -όπως μας επέτρεπε να τον αποκαλούμε, με ένα μειδίαμα στα χείλη, αντιλαμβανόμενος την αναγνώριση που του αποδίδαμε- συνέθεσε τραγούδια μαγικά, για πόλεις μαγικές, εκεί όπου (πρέπει να) ζει το όνειρο. Εκεί όπου συνυπάρχει η μαγεία με τη μοναξιά, η βαθιά μελαγχολία των ανεκπλήρωτων συναισθημάτων με τον αξεπέραστο θρίαμβο του έρωτα. Κομμάτια που ανάβλυσαν ακέραια, ολάκερα, μέσα από καρδιές που πάλλονταν κάποιες νύχτες μαγικ(ι)ές. Ο Θεοδωράκης ύμνησε με τον δικό του τρόπο τον έρωτα, με τραγούδια λαϊκά, όπως ο ίδιος τα κατηγοριοποιούσε, απέδωσε σερενάτες για αγάπες με φόντο μια άλλη Ελλάδα που δεν υπάρχει πια, μουσικές για τη συνοικία το όνειρο ενός έρωτα. Ήταν ο συνθέτης που έβαλε την υπογραφή του σε άσματα ασμάτων για τον έρωτα των ερώτων μας. Αυτός ήταν ο άγιος έρωτάς του τον οποίο λατρέψαμε στο τέμπλο της αγάπης που ο ίδιος έχτισε, με τις παρτιτούρες του, ντύνοντας τραγούδια λυρικά, αλλά και μελαγχολικά, και μπαλάντες. Μας πέρασε από πάνω το τρένο που «φεύγει πάντα στις 8», σε στίχους του επίσης αξέχαστου Μάνου Ελευθερίου, με όλη του την ταχύτητα.
Και εκεί ανακαλύψαμε, σε άλλα βαγόνια της πολυδιάστατης μουσικής του, τη Μαρία Φαραντούρη, τη Μαρία Δημητριάδη, είδαμε μπροστά μας τον Αντώνη Καλογιάννη, τον Πέτρο Πανδή, τον Νταλάρα και τόσους άλλους. Μας έβαλε όλους επιβάτες στον ατελείωτα μελωδικό συρμό του, με νότες που δεν ήταν του συρμού. Μας έδειξε έναν άλλο τρόπο έκφρασης της αγάπης, το «αχ» του έρωτα, μέσα από έναν άλλον κόσμο που τον παρουσίασε, σε πρώτη ραδιοφωνική μετάδοση, μπροστά στα έκπληκτα αφτιά μας. Μας έκανε να ανακαλύψουμε, μέσω των μουσικών του, τους ποιητές που είχαν εξυμνήσει τον Έρωτα. Τον Ελύτη, τον Σεφέρη, τον Ρίτσο, τον Λειβαδίτη, τον Αναγνωστάκη. Ναι, αυτός ήταν, είναι και θα είναι ο Θεοδωράκης: Ένας βαθύτατα ερωτικός συνθέτης. Remaining Time-0:00 Fullscreen Mute Εκείνος που -κάθε φορά που τον ρωτούσαν, με διαφορετική διατύπωση, περί παγκόσμιας αναγνώρισης για το έργο του και τιμητικών διακρίσεων- απαντούσε με μάτια που λαμπύριζαν: «Αυτά, δεν μου αρκούν. Η αγάπη, μου φτάνει…». Κάθε φορά που μπαίνει το ερώτημα για το πού θα βρει κάποιος μαζεμένα τα πιο σημαντικά ερωτικά τραγούδια που είχε γράψει, αντανακλαστικά έρχεται η απάντηση: σε ένα live που είχε γίνει στον Λυκαβηττό: «Ο ερωτικός Θεοδωράκης», με τη φωνή του Γιάννη Πάριου, σε ένα διπλό cd με αποτυπωμένες τις στιγμές εκείνης της συναυλίας. Πρόκειται για μία συλλογή από τα καλύτερα ερωτικά τραγούδια του Μίκη, με μια τρυφερή ερμηνεία από τον Πάριο, με νότες που έντυσαν τόσες αγάπες κι άλλους τόσους έρωτες. Ο ερωτικός Θεοδωράκης έχει γράψει τόσα τραγούδια για τα πιο βαθιά συναισθήματα των ανθρώπων, που είναι αδύνατο να τα μνημονεύσεις όλα. Αλώστε, όσο περισσότερο καταδύεσαι στις μουσικές του, τόσα περισσότερα ερωτικά κομμάτια του ανακαλύπτεις. Από τα πιο προβεβλημένα, μέχρι εκείνα που κρύβουν μέσα τους το μεγαλείο του έρωτα – που δεν γίνεται «διακριτό» με το πρώτο άκουσμα – όλη τη δόξα της αγάπης, που μπορείς να την προσαρμόσεις στη δική σου κατάσταση, στην προσωπική σου εμπειρία.
Τη μουσική την έγραψε τον Νοέμβριο του 1958 ο Μίκης στην Πόλη του Φωτός, στο Παρίσι, για την ταινία του Μάικλ Πάουελ «Μήνας του μέλιτος» (Honeymoon). Λίγο αργότερα θα το τραγουδούσαν οι πολίτες της χώρας μας σε στίχους του Βασίλη Καρδή. Ποιος ήταν αυτός; Μα, ο Νίκος Γκάτσος, που είχε υπογράψει με ψευδώνυμο! Οι διεθνείς στίχοι γράφτηκαν δια χειρός Γουίλιαμ Σάνσομ, για να γίνει πασίγνωστο ως «Honeymoon song», υπό την ερμηνεία του Μαρίνο Μαρίνι και του κουαρτέτο του.
Το τραγούδι, αφού έγινε παγκόσμια επιτυχία, το άκουσαν τα «Σκαθάρια», οι Beatles Τζον Λένον και Πολ Μακ Κάρτνεϊ, και δεν χρειάστηκε πολύς χρόνος για να το ηχογραφήσουν. Αυτό συνέβη στις 16 Ιουλίου 1963, αποκλειστικά για την εκπομπή «Pop Go the Beatles», για το BBC. Είναι αδύνατον να μετρήσει κάποιος τις διασκευές που έχουν γίνει για αυτό το τραγούδι – ξεπερνούν, σίγουρα, τις 40. Ένα άλλο ερωτικό τραγούδι του Μίκη είναι η «Όμορφη πόλη» ή «Θα γίνεις δικιά μου», όπως έχει καταγραφεί στις πρώτες ηχογραφήσεις του. Ανήκει στον κύκλο τραγουδιών «Λιποτάκτες» που συνέθεσε ο Μίκης, το 1952, οι οποίοι δισκογραφήθηκαν για πρώτη φορά το 1960, ενώ την πρώτη ερμηνεία έχει ο ίδιος ο συνθέτης. Δύο χρόνια αργότερα, τον Ιανουάριο του 1962, το ερμηνεύει ο Κώστας Χατζής μαζί με ένα άλλο τραγούδι του Μίκη, τα «Δακρυσμένα μάτια». Έτσι, δυο μήνες αργότερα, αυτή η «Όμορφη πόλη» θα ξεκινούσε τη δική της πορεία στο ευρωπαϊκό στερέωμα – θα αποκτούσε γαλλικούς στίχους και γαλλικό τίτλο. Η -δίχως υπερβολές- σπαρακτική μουσική του Μίκη θα παντρευτεί με την αξεπέραστη φωνή της Εντίθ Πιάφ. Το «Les amants de Teruel», όπως ήταν ο τίτλος του στη γαλλική διασκευή του, ερμηνεύεται από το «Σπουργιτάκι» στην ομότιτλη ταινία, σε σκηνοθεσία Jacques Plante και μουσική, φυσικά, του Θεοδωράκη.
Τέσσερα χρόνια μετά, το καλοκαίρι του 1966, στον «Α’ Μουσικό Αύγουστο», η Μαρινέλλα ερμηνεύει τους «Λιποτάκτες» στον Λυκαβηττό, υπό τη διεύθυνση του Μίκη. Δεν πέρασε πολύς καιρός και ηχογράφησε, σε 45άρι δισκάκι, και την «Όμορφη πόλη», αλλά και τη «Φαίδρα». Είναι περιττό να αναφέρουμε πόσοι Έλληνες τραγουδιστές ηχογράφησαν με τη δική τους ερμηνεία αυτό το τραγούδι – είναι δεδομένο ότι θα ξεχάσουμε αρκετούς. Ας θυμηθούμε. όμως, τη Γαλλίδα σοπράνο Emma Shapplin, την Αμερικανίδα τραγουδίστρια της τζαζ Jocelyn B. Smith. Εντάξει. Και εδώ, όμως, θα ξεχάσουμε αρκετές και αρκετούς – πχ την Dulce Pontes από την Πορτογαλία! Το συμπεριέλαβε στο διπλό της cd με τίτλο «O Coracao Tem Tres Portas», με τον τίτλο «Os amantes». Πάντως, μία από τις εξαιρετικές οργανικές αποδόσεις αυτού του τραγουδιού -πέραν της διασκευής για δυο κιθάρες από τον Νότη Μαυρουδή και τον Παναγιώτη Μάργαρη– είναι από τον Βασίλη Σαλέα και το κλαρίνο του. Θα το βρείτε στον δίσκο του «Litany», με την ενορχήστρωση του Γιάννη Ιωάννου.
Αυτό το τραγούδι εμπίπτει στα κλασικά του Μίκη, που όσο χρόνια κι αν περάσουν από την πρώτη τους κυκλοφορία θα συνεχίσουν να διασκευάζονται από πολλούς τραγουδιστές σε όλον τον κόσμο. (Άλλωστε, πόσοι μεγάλοι τραγουδιστές του 20ού αιώνα δεν είχαν τραγουδήσει δικά του τραγούδια; Beatles, Πιάφ, Μέρι Χόπκινς, Σίρλεϊ Μπάσεϊ , Αλμπάνο, Μίλβα, Ζορζ Μουστακί, Νταλιντά, Πέρι Κόμο, Walkabouts. Και πόσοι ακόμα…). Το 1993, η Maria del Mar Bonet κυκλοφορεί έναν δίσκο με 12 τραγούδια του Μίκη και τίτλο «El las». Το τραγούδι «Ciutat preciosa» (λέγε με πάντα «Όμορφη πόλη»), ακούγεται υπέροχα (και) στα ισπανικά. Αυτό το τραγούδι είναι κλασικό (και) για την ιστορία του, το αγαπάς και για το «παρασκήνιό» του: τους στίχους τους είχε γράψει ο αδερφός τού συνθέτη, ο Γιάννης, πολλά χρόνια πριν από το 1952, όταν ήταν έφηβος. Για κάποιον λόγο πέταξε το χαρτί όπου τους είχε γράψει. Το βρήκε κατά λάθος ο Μίκης που ερωτεύτηκε τους στίχους αυτούς και το μελοποίησε. Έτσι έμαθε όλη η οικουμένη τον έρωτα του -πιτσιρικά, τότε- Γιάννη. Ενα άλλο -για πάντα αγαπημένο- ερωτικό τραγούδι του Μίκη θα είναι η «Άρνηση», «Στο περιγιάλι το κρυφό». Εκεί που πήραμε τη ζωή μας λάθος. Κι αλλάξαμε ζωή…
Το ποίημα του Σεφέρη είναι πολύ δημοφιλές στην Κύπρο, αφού θεωρήθηκε (και θεωρείται ακόμα) από πολλούς ότι έχει ως πηγή έμπνευσης ένα πολύ όμορφο ακρογιάλι τής Μεγαλονήσου. Πρόκειται για την παραλία του Κόννου στον Πρωταρά, στις ανατολικές ακτές του νησιού. Ο Σεφέρης μπορεί να είχε άρρηκτους δεσμούς με την Κύπρο -μια ποιητική συλλογή του έχει εμπνευστεί από την Κύπρο- αλλά αυτή η ιστορία δεν γράφτηκε έτσι. Ο Σεφέρης πήγε, για πρώτη φορά, στην Κύπρο, το φθινόπωρο του 1953. Το ποίημα «Άρνηση» είναι το πέμπτο της πρώτης ποιητικής συλλογής «Στροφή» που εξέδωσε ο ποιητής το 1931. Αρα, 22 χρόνια πριν από το ταξίδι του στο νησί! Τα ποιήματα της συλλογής είναι γραμμένα μετά την επιστροφή του από το Παρίσι, το 1924. Εκεί, ο ποιητής γνώρισε δύο αδιέξοδους έρωτες: έναν με την κόρη της σπιτονοικοκυράς του στην πρωτεύουσα της Γαλλίας και, αργότερα, με τη Jacqueline – με εκείνη χώρισε επειδή ήξερε, εκ των προτέρων, ότι η οικογένειά του δεν θα συναινούσε με αυτή τη σχέση του. (Περισσότερα μπορείτε να διαβάσετε στο βιβλίο της αδελφής του, Ιωάννας Τσάτσου, «Ο αδελφός μου Γ. Σεφέρης», όπως και στα ημερολόγια του ποιητή, «Μέρες Α»). Η «Άρνηση», λοιπόν, είναι ένα ερωτικό ποίημα με το προσφιλές θέμα του Σεφέρη: ένας άνθρωπος ξεκινά με φόρα τη ζωή του, με χαρά, με όνειρα, αλλά κάποτε συνειδητοποιεί πως πρέπει να αλλάξει πορεία, έπειτα από ένα μοιραίο λάθος. Ή ένα μοιραίο πάθος – η διαφορά τους δεν ελλοχεύει μόνο σε ένα σύμφωνο. Η άρνηση του συγκεκριμένου ποιήματος συνίσταται στο ότι η ίδια η ζωή δεν πραγματοποιεί τα όνειρα των ερωτευμένων. Οι περισσότεροι, όμως, ακροατές αυτού του τραγουδιού δεν μένουν μόνο στο ακρογιάλι, αλλά και στον τίτλο «Άρνηση» – «άρα πρόκειται για ένα τραγούδι αντίστασης», θεωρούν. Εν μέρει, ήταν. Στην κηδεία τού Σεφέρη, το 1971, εν μέσω χούντας, αυτό ήταν το τραγούδι με το οποίο χιλιάδες άνθρωποι συνόδεψαν τον ποιητή στον τάφο του. Αυτό το τραγούδι αποτελεί μόνο μία περίπτωση περί λάθους αντίληψης του νοήματός του.
Αν το καλοσκεφθείτε, λοιπόν, τα περισσότερα τραγούδια του Θεοδωράκη κρύβουν έναν υφέρποντα ερωτισμό, στις μελωδίες τους ελλοχεύει ο έρωτας. Τραγούδια που το καθένα από αυτά είχε τη δική του ιστορία, που μπλέχτηκε με ιστορίες ανθρώπων που ένιωσαν μέσα τους τον λυγμό τής αγάπης. Καθημερινές ιστορίες που, ίσως, ακούγοντας τις μουσικές που τα πλαισίωσαν τα βίωσες ως δικό σου σενάριο, σαν να είχαν γραφτεί για σένα. Για την περίπτωσή σου την ερωτική, ο Μίκης είναι βέβαιο ότι θα έχει γράψει ένα τραγούδι. Που μπορεί και να μην το έχεις ακούσει, ακόμα.
Το σίγουρο, επίσης, είναι πως όταν όλοι εμείς θα έχουμε γίνει χώμα και νερό -ή και στάχτη- τα τραγούδια τού Θεοδωράκη θα βρίσκονται ακόμα στα χείλη όλου του κόσμου. Οι μουσικοί δροσουλίτες του Μίκη θα πετούν για πάντα εκεί, αποτυπώνοντας τις προσωπικές μας ιστορίες, τις συναισθηματικές στιγμές του καθένα μας, σε εκείνες τις βραδιές που ο έρωτας έσταζε ροδόσταμο. Τραγούδια που μπορείς να τα διασκευάσεις για τη δική σου ζωή, για μια προδομένη αγάπη που έζησε ένδοξες στιγμές ή που πέθανε άδοξα, σε ένα στενοσόκακο. Και τα δάκρυα θα κυλάνε σε μάγουλα προσώπων από όλες τις φυλές και ας μην μπορούν να μεταφράσουν το «Κι είναι το σπίτι ορφανό, αβάσταχτο το δειλινό και τα βουνά κλαμένα».
ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΟ Ήταν αρχές της δεκαετίας του 2000 όταν ο δημοσιογράφος Σπύρος Σεραφείμ, ως ραδιοφωνικός παραγωγός στον (τότε) Πόλις 88,6 είχε φιλοξενήσει τον Μίκη σε μια τηλεφωνική συνέντευξη του πεντάλεπτου. Μία από τις ερωτήσεις που του είχε κάνει, ήταν και αυτή –τρυφερή, μέσα στην κυνικότητά της: «Έπειτα από πολλά χρόνια, πώς θα θέλατε να σας θυμούνται τα δισέγγονά μου;». Δεν το σκέφτηκε καθόλου και, με τη διαύγεια που τον διέκρινε, απάντησε αμέσως, γελώντας –με εκείνο τον ιδιαίτερο ήχο στο γέλιο του. – «Σαν εραστή! Της μουσικής, της θάλασσας και, φυσικά, της γυναίκας!».
Και έτσι ακριβώς θα τον θυμόμαστε…
Πηγή: Protagon.gr